Η ομάδα του TEDxLamia έδωσε το παρόν στην εθελοντική δράση του Δήμου Λαμιέων, “παρεμβαίνοντας” εικαστικά στο ΚΑΦΑΟ της οδού Κουνούπη. Το πρώην γκρι κουτί κοσμείται πλέον από δύο εμβληματικές προσωπικότητες με λαμιώτικη καταγωγή, ενώ γέμισε αυτή την γωνιά της πόλης μας με χρώμα και την θετική ενέργεια του TEDxLamia.
Η εικαστική παρέμβαση της ομάδα του TEDxLamia έχει ως κεντρικό άξονα της δράσης της τον τοπικό χαρακτήρα που συμβολίζεται στο λογότυπό της με το γράμμα «X». Με την μέθοδο του κολάζ η ομάδα ανέδειξε τα πιο εμβληματικά σημεία της πόλης μας (Νεοκλασική και Νέα Αρχιτεκτονική, Κάστρο, «Καράβι» κ.α.), καθώς και δύο σημαντικά πρόσωπα στο χώρο της ελληνικής ζωγραφικής και φωτογραφίας, με λαμιώτικη καταγωγή, τον Αλέκο Κοντόπουλο και τη Βούλα Παπαϊωάννου.


Αυτά τα «μεγάλα κουτιά», λοιπόν, περνούσαν απαρατήρητα μέσα από τη ματιά των ανθρώπων κι ιδιαίτερα μετά κάποιες καθολικά ανεπιθύμητες παρεμβάσεις, όπως συνεχείς αφισοκολλήσεις κάθε είδους, συγγραφή απρεπών φράσεων κ.λπ.



Η απήχηση και ο ενθουσιασμός, που ακολούθησε, πήραν γιγάντιες διαστάσεις και ήδη μέσα σε λίγες μέρες οι πολίτες μετρούν με ευχάριστη έκπληξη τις πιο όμορφες γωνιές της πόλης, που φυσικά η ομάδα του TEDxLamia δε θα μπορούσε να λείπει από μια τέτοια … γωνία.

Εσύ, όμως, τι γνωρίζεις για τους πρωταγωνιστές αυτού του ΚΑΦΑΟ;
O Αλέκος Κοντόπουλος γεννήθηκε στη Λαμία το 1904 και πέθανε στην Αθήνα το 1975. Αρχίζει να ζωγραφίζει από τα μαθητικά του χρόνια και όταν τελειώνει το γυμνάσιο, το 1921, σπουδάζει αγιογραφία για δύο χρόνια στο εργαστήρι του Γ. Σαραφιανού, πατέρα του γνωστού ζωγράφου Πάνου Σαραφιανού. Εργάζεται ως βοηθός του σε εκκλησίες της περιοχής και οργανώνει την πρώτη του ατομική έκθεση σε καφενείο της Λαμίας. Γίνεται δεκτός στο τρίτο έτος της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών. Την περίοδο αυτή θεωρείται από τους δασκάλους του ως «η μεγαλύτερη ελπίδα της ρεαλιστικής ζωγραφικής» στη χώρα του. Ακόμη, φεύγει στο Παρίσι, με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά θα επιστρέψει μετά από μερικά χρόνια.

Με τον Αλέκο Κοντόπουλο εισάγεται η Αφηρημένη Τέχνη στην Ελλάδα και επηρεάζονται αποφασιστικά όλες οι μεταπολεμικές γενιές εικαστικών καλλιτεχνών στην Ελλάδα. Βραβεύεται με το Αργυρό Μετάλλιο Τιμής από την Επιτροπή της Έκθεσης. Ήταν ο μόνος Έλληνας καλλιτέχνης που βραβεύτηκε στη διοργάνωση αυτή.
Έχει χαρακτηριστεί «ποιητής ζωγράφος» και «ζωγράφος του νέου Ουμανισμού». Δημιουργός και στοχαστής αποβλέπει πάντα να δώσει το εσωτερικό περιεχόμενο των θεμάτων του, με έμφαση στις καθαρά ζωγραφικές αξίες, να εκφράσει τις καθαρά προσωπικές του απαντήσεις στα εξωτερικά ερεθίσματα και τα προβλήματα της Τέχνης και της ζωής. Καλλιτέχνης της γενιάς του ΄30 συγκαταλέγεται στους πρωτοπόρους της αφαίρεσης στην Ελλάδα. Ξεκινά από τον ακαδημαϊσμό που διδάχτηκε στη Σχολή, περνά στο ρεαλιστικό εξπρεσιονισμό μετά τη μαθητεία του στο Παρίσι και βαθμιαία, μέσα από αργές διαδικασίες ωρίμανσης οδηγείται, στις αρχές της δεκαετίας του ΄50, στην παραστατική αφαίρεση, αφού διαπιστώνει ότι «ο εξπρεσιονιστικός αφαιρετισμός … δεν ανανέωσε κατά βάθος το αίτημα του καιρού μας».

Η Βούλα Παπαϊωάννου γεννήθηκε το 1898 στη Λαμία και το έντονο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική την ώθησε να ακολουθήσει σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών δίνοντάς της το έναυσμα για την ενασχόλησή της με τη φωτογραφία.
Μυήθηκε στην τέχνη της φωτογραφίας στα μισά της δεκαετίας του 1930 ασκούμενη κατ’ αρχάς με επιτυχία σε λήψεις τοπίου, μνημείων και αρχαιολογικών εκθεμάτων. Εντάσσεται στο ρεύμα της «ανθρωπιστικής φωτογραφίας» που αναπτύχθηκε ως αντίδοτο της κατάλυσης των ανθρωπίνων αξιών εξαιτίας του πολέμου.
Στροφή στην πορεία του έργου της αποτέλεσε η κήρυξη του πολέμου του ’40 και ιδιαίτερα τα δεινά του άμαχου πληθυσμού της Αθήνας, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, που ενεργοποίησαν την κοινωνική συνείδηση της φωτογράφου. Έγινε μάρτυρας στον αποχαιρετισμό των στρατευμένων, στις ετοιμασίες της πόλης για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών και στη φροντίδα των πρώτων τραυματιών.
Απαθανάτισε προσωπικές ιστορίες και φυσιογνωμίες απλών ανθρώπων που παραπέμπουν μάλλον στην αξιοπρέπεια παρά στην εξαθλίωση. Στη δεκαετία του ’50 το έργο της εκφράζει την αισιοδοξία που επικρατούσε μετά τον πόλεμο για το μέλλον της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα την τάση στην επάνοδο των παραδοσιακών αξιών. Το 1990 φεύγει από τη ζωή αφήνοντας πίσω της ένα πλούσιο και σημαντικότατο έργο που εμπιστεύθηκε στο Φωτογραφικό Αρχείο Μπενάκη.
Πηγές: lifo.gr, mag24.gr, pinakothiki.lamia-city.gr, benaki.org, aspromavro.net